Sunday, September 11, 2016

ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΤΟΜΗΣ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ - ΣΕΒ. ΠΑΤΡΩΝ


Ὁ ἔλεγχος τῆς ἀληθείας. 
Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή εἶναι ἀφιερωμένη στόν μεγάλο ἀσκητή, προφήτη καί Βαπτιστή τοῦ Χριστοῦ, τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο. Καί μάλιστα ὄχι στήν ἀσκητική ζωή του ἤ τόν προφητικό του λόγο, ἀλλά στό μαρτυρικό του τέλος. Καί ἀκόμη εἰδικώτερα οἱ περισσότερες λεπτομέρειες τῆς εὐαγγελικῆς διηγήσεως ἀναφέρονται ὄχι στόν Ἰωάννη, ἀλλά στόν ἐκτελεστή τοῦ Ἰωάννη, τόν Ἡρώδη.
Ἡ αἰτία.
Ὁ ἀσκητής, ὁ προφήτης στήν φυλακή. Ὁ ἐρημίτης, ὁ δί­καιος, ὁ ἅγιος στά δεσμά, μέ ἐντολή τοῦ Ἡρώδη, τοῦ τε­τράρχη τῆς Ἰουδαίας. Ποιά ἦταν ἡ παράβαση τοῦ Ἰωάννη; Καμμία. Οὔτε ἀδίκησε, οὔτε ἔκλεψε, οὔτε ἀσέλγησε, οὔτε κατηγόρησε. Ποιά ἦταν λοιπόν ἡ αἰτία τῆς φυλακίσεως του; Ὁ λόγος τῆς ἀληθείας. Ἡ ἀλήθεια πού ἔλεγε. Καί τί ἔλεγε ὁ Ἰωάννης; «Ἔλεγε γὰρ ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ· Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου». Ὁ Ἡρώ­δης, ὁ γιός τοῦ Μεγάλου Ἡρώδη, αὐτοῦ πού ἐφόνευσε τά 14 χιλιάδες παιδιά γιά νά μή χάση τή βασιλεία του, εἶχε ἕναν ἀδελφό τόν Φίλιππο πού ἦταν τετράρχης τῆς περιο­χῆς τῆς Ἰτουραίας. Καί αὐτοῦ τοῦ ἀδελφοῦ του τήν γυναί­κα τήν παντρεύτηκε ὁ Ἡρώδης. Ἡ ὁρμή τῆς ἁμαρτίας τυ­φλώνει τόν ἄνθρωπο. Καί ὅταν μάλιστα ἔχει κάποια πο­λιτική ἐξουσία, τότε τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας γίνεται βα­ρύτερο καί αἰσχρότερο. Αὐτήν τήν παρανομία τοῦ Ἡρώδη ἔλεγχε μέ τό λόγο του ὁ ἀσκητής τῆς ἐρήμου, ὁ Ἅγιος Ἰω­άννης ὁ Πρόδρομος. Δέν ἐπιτρέπεται νά ἔχης τή γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου, ἔλεγε στόν Ἡρώδη. Καί ἐκεῖνος ἀντί νά διορθωθῆ, ἔβαλε στήν φυλακή τόν Ἰωάννη.
Ὁ σύμβουλος τῆς παρανομίας.
Δέν ἦταν ὅμως μόνος ὁ Ἡρώδης στό ἔργο τῆς παρανομίας. Εἶχε σύμβουλο καί συνεργάτη. Καί σύμβουλος του ἦταν ἡ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του, ἡ Ἡρωδιάδα, ἡ ὁποία φαίνεται νά ἦταν καί ἡ «πέτρα τοῦ σκανδάλου», αὐτή πού προκάλε­σε καί διατηροῦσε τήν παράνομη σχέση. Καί αὐτή ἦταν γε­μάτη ὀργή καί μῖσος κατά τοῦ Προδρόμου καί ζητοῦσε ἀπό τόν Ἡρώδη νά τόν θανατώση, γιατί δέν ἤθελε νά ἀκούγε­ται ὁ ἔλεγχος τῆς παρανομίας της. Ὁ Ἡρώδης ὅμως δέν τολμοῦσε νά κάνει κάτι τέτοιο, γιατί ἐφοβεῖτο τόν Ἰωάννη. Καί γιατί ἐφοβεῖτο τόν Ἰωάννη; Γιατί ἐγνώριζε ὅτι ὁ λαός σεβόταν καί ἀγαποῦσε τόν ἀσκητή Ἰωάννη, τόν κήρυκα τῆς μετανοίας καί τόν ἐλεγκτή τῆς παρανομίας. Καί ἐπει­δή δέν ἤθελε νά χάση τήν δόξα τοῦ λαοῦ, δέν ἀποφάσιζε τήν θανάτωση τοῦ Προδρόμου πού τοῦ ζητοῦσε ἡ παράνο­μη γυναῖκα, ἡ Ἡρωδιάδα. Ἐξ ἄλλου καί ὁ ἴδιος ὁ Ἡρώδης μέ εὐχαρίστηση ἄκουγε γιά τά θαύματα καί τά προφητικά λόγια τοῦ Ἰωάννη, καί ἀνεγνώριζε ὅτι ἦταν ἄνθρωπος δί­καιος καί ἅγιος.
Ἡ εὐκαιρία.
Ὅμως ἡ μία ἁμαρτία φέρνει τήν ἄλλη. Ἡ μοιχεία ἔφερε τήν ἀκολασία. Καί ἡ ἀκολασία ἔφερε, κατά τήν ὥρα τῆς ἁμαρτωλῆς διασκέδασης, τόν ὅρκο. Καί ὁ ὅρκος μέ τήν συμβουλή τῆς παράνομης γυναίκας, ἔφερε τόν ἄδικο θά­νατο τοῦ Προδρόμου. Ἡ εὐκαιρία στήν παρανομία ἔρχεται εὔκολα γιατί συνδυάζεται μέ τήν μοχθηρία καί τήν πα­νουργία. Καί πότε δόθηκε ἡ εὐκαιρία; Ὅταν ὁ Ἡρώδης γιόρταζε τά γενέθλια του. Καί κάλεσε στή γιορτή τῆς ἁ­μαρτίας, ὅλους τούς ἄρχοντες καί τούς ἐξέχοντες τῆς κοι­νωνίας τοῦ κόσμου. Καί ἐκεῖ ἦλθε ἡ δεύτερη ἀφορμή. Ὁ χορός τῆς κόρης τῆς Ἡρωδιάδος καί τοῦ Φιλίππου, τῆς ἀ­νηψιᾶς τοῦ Ἡρώδη, τῆς Σαλώμης. Καί τότε ἐντυπωσιάσθη­κε ὁ Ἡρώδης καί ὅλοι οἱ παρευρισκόμενοι. Καί ἐκεῖ στόν ἐντυπωσιασμό τῆς ἁμαρτίας, ἦλθε ἡ παράλογη ὑπόσχεση, μαζί μέ τήν δέσμευση τοῦ ὅρκου.
Ἡ ἀνώφελη λύπη.
Στό ἄκουσμα τοῦ αἰτήματος τῆς Σαλώμης, ὁ Ἡρώδης ἔγινε περίλυπος. Ἀλλά ἡ λύπη αὐτή σέ τίποτε δέν τόν ὠφέλησε. Δέν ἦταν δυνατή γιά νά τόν ἐλευθερώση ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας καί τῆς παρανομίας. Δέν κατώρθωσε νά διακρί­νη τό δίκαιο ἀπό τό ἄδικο, τό ἀγαθό καί ἀληθές, ἀπό τό ἁμαρτωλό καί μυσαρό. Καί ἐκεῖ τήν ὥρα τῆς ἁμαρτωλῆς διασκεδάσεως καί τοῦ ἐντυπωσιασμοῦ ἀπό τόν χορό, ἀπο­φασίζει καί διατάζει τήν ἀποκεφάλιση τοῦ δικαίου καί ἁ­γίου. Καί ἐκεῖ στήν διασκέδαση τῶν γενεθλίων περιφέρε­ται ἐπί πινακίου ἡ αἱματοβαμένη κεφαλή τοῦ ἐρημίτου. Πόσο παράλογο ἤ μᾶλλον ἄλογο κάνει τόν ἄνθρωπο ἡ ἁμαρτία. Τί εἴδους διασκέδαση ἦταν αὐτή μέ τήν περιφορά τῆς νεκρᾶς κεφαλῆς τοῦ ἀσκητοῦ τῆς ἐρήμου;
Ἡ φωνή τοῦ ἐλέγχου.
Δέν ἄκουσε ὁ Ἡρώδης τή φωνή τῆς ἀληθείας πού τοῦ ἔλε­γε ἀπό τήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου «Δέν ἐπιτρέπεται νά ἔχης τήν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου». Δέν ἐπρόσεξε τήν φωνή τῆς συνειδήσεώς του πού τοῦ ἔφερνε τόν φόβο γιά τόν Ἰω­άννη. Δέν ἔδωσε σημασία στήν ἁγιότητα, τήν δικαιοσύνη καί τήν φωνή τῆς ἀληθείας πού προερχόταν ἀπό ἕναν φω­τισμένο ἀσκητή. Δέν κατάλαβε τήν λύπη τῆς καρδιᾶς του γιά τό αἴτημα τῆς παράνομης γυναίκας του. Γι’ αὐτό καί ἦλθε ὁ ἔλεγχος τῆς συνειδήσεως καί ὁ φόβος ὅτι ἀναστή­θηκε ὁ Ἰωάννης, ἐκεῖνον πού ἀποκεφάλισε, ὅταν ἄκουσε γιά τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ.
Τό φωτεινό παράδειγμα.
Μέσα ἀπό ὅλη αὐτή τήν εὐαγγελική διήγηση γιά τήν ἀπο­κεφάλιση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἕνα μήνυμα ἰσχυρό καί καθαρό φθάνει στήν ἀκοή καί τήν καρδιά κάθε ἀνθρώπου. Ἡ φωνή τῆς ἀληθείας δέν σβήνει ποτέ. Ὁ ἔλεγ­χος τῆς παρανομίας δέν ἀποκεφαλίζεται, ὅσους καί ἄν ἀ­ποκεφαλίσουν τά χέρια τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἡμέρας. Ἀντίθε­τα ἡ ἁμαρτία, ἡ παρανομία, ἡ ἀκολασία, ὅσο καί ἄν φαί­νωνται πρόσκαιρα ὅτι εἶναι ἔργα εὔκολα καί εὐχάριστα, ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στήν τέλεια ἐξαχρείωση καί τόν θά­νατο, ὅπως ὁδήγησαν καί τόν Ἡρώδη στό οἰκτρό τέλος του. Σέ τίποτε δέν τόν προφύλαξε ἡ ἀποκεφάλιση τοῦ Ἰωάννη, πού τόν συμβούλευε ἡ παράνομη γυναίκα του ἡ Ἡρωδιά­δα. Ὅπως σέ τίποτε δέν προφύλαξε ἀπό τόν θάνατο καί τήν ἀπώλεια τῆς βασιλείας, τόν πατέρα του, τόν Μεγάλο Ἡρώδη, ἡ σφαγή τῶν νηπίων. Ἀντίθετα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος μπορεῖ νά ἀποκεφαλίσθηκε κατά τήν ἐπιθυμία τῆς παράνομης γυναίκας, ἀλλά ἡ ἁγιότητα καί ὁ λόγος του μένουν καί τιμῶνται εἰς τούς αἰῶνες, ὡς φωτεινό πα­ράδειγμα ἀληθείας καί δικαιοσύνης.
Ἐπ. Πατρῶν Εὐστάθιος.