
Ὁ ἔλεγχος τῆς ἀληθείας.
Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή εἶναι ἀφιερωμένη στόν μεγάλο ἀσκητή, προφήτη καί Βαπτιστή τοῦ Χριστοῦ, τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο. Καί μάλιστα ὄχι στήν ἀσκητική ζωή του ἤ τόν προφητικό του λόγο, ἀλλά στό μαρτυρικό του τέλος. Καί ἀκόμη εἰδικώτερα οἱ περισσότερες λεπτομέρειες τῆς εὐαγγελικῆς διηγήσεως ἀναφέρονται ὄχι στόν Ἰωάννη, ἀλλά στόν ἐκτελεστή τοῦ Ἰωάννη, τόν Ἡρώδη.
Ἡ αἰτία.
Ὁ ἀσκητής,
ὁ προφήτης στήν φυλακή. Ὁ ἐρημίτης, ὁ δίκαιος, ὁ ἅγιος στά δεσμά, μέ ἐντολή
τοῦ Ἡρώδη, τοῦ τετράρχη τῆς Ἰουδαίας. Ποιά ἦταν ἡ παράβαση τοῦ Ἰωάννη; Καμμία.
Οὔτε ἀδίκησε, οὔτε ἔκλεψε, οὔτε ἀσέλγησε, οὔτε κατηγόρησε. Ποιά ἦταν λοιπόν ἡ
αἰτία τῆς φυλακίσεως του; Ὁ λόγος τῆς ἀληθείας. Ἡ ἀλήθεια πού ἔλεγε. Καί τί
ἔλεγε ὁ Ἰωάννης; «Ἔλεγε γὰρ ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ· Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν
γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου». Ὁ Ἡρώδης, ὁ γιός τοῦ Μεγάλου Ἡρώδη, αὐτοῦ πού
ἐφόνευσε τά 14 χιλιάδες παιδιά γιά νά μή χάση τή βασιλεία του, εἶχε ἕναν ἀδελφό τόν Φίλιππο πού ἦταν τετράρχης τῆς περιοχῆς τῆς
Ἰτουραίας. Καί αὐτοῦ τοῦ ἀδελφοῦ του τήν γυναίκα τήν παντρεύτηκε ὁ Ἡρώδης. Ἡ
ὁρμή τῆς ἁμαρτίας τυφλώνει τόν ἄνθρωπο. Καί ὅταν μάλιστα ἔχει κάποια πολιτική
ἐξουσία, τότε τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας γίνεται βαρύτερο καί αἰσχρότερο. Αὐτήν
τήν παρανομία τοῦ Ἡρώδη ἔλεγχε μέ τό λόγο του ὁ ἀσκητής τῆς ἐρήμου, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης
ὁ Πρόδρομος. Δέν ἐπιτρέπεται νά ἔχης τή γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου, ἔλεγε στόν
Ἡρώδη. Καί ἐκεῖνος ἀντί νά διορθωθῆ, ἔβαλε στήν φυλακή τόν Ἰωάννη.
Ὁ σύμβουλος τῆς παρανομίας.
Δέν ἦταν ὅμως μόνος ὁ Ἡρώδης στό ἔργο τῆς παρανομίας.
Εἶχε σύμβουλο καί συνεργάτη. Καί σύμβουλος του ἦταν ἡ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του,
ἡ Ἡρωδιάδα, ἡ ὁποία φαίνεται νά ἦταν καί ἡ «πέτρα τοῦ σκανδάλου», αὐτή πού
προκάλεσε καί διατηροῦσε τήν παράνομη σχέση. Καί αὐτή ἦταν γεμάτη ὀργή καί
μῖσος κατά τοῦ Προδρόμου καί ζητοῦσε ἀπό τόν Ἡρώδη νά τόν θανατώση, γιατί δέν
ἤθελε νά ἀκούγεται ὁ ἔλεγχος τῆς παρανομίας της. Ὁ Ἡρώδης ὅμως δέν τολμοῦσε νά
κάνει κάτι τέτοιο, γιατί ἐφοβεῖτο τόν Ἰωάννη. Καί γιατί ἐφοβεῖτο τόν Ἰωάννη;
Γιατί ἐγνώριζε ὅτι ὁ λαός σεβόταν καί ἀγαποῦσε τόν ἀσκητή Ἰωάννη, τόν κήρυκα
τῆς μετανοίας καί τόν ἐλεγκτή τῆς παρανομίας. Καί ἐπειδή δέν ἤθελε νά χάση τήν
δόξα τοῦ λαοῦ, δέν ἀποφάσιζε τήν θανάτωση τοῦ Προδρόμου πού τοῦ ζητοῦσε ἡ
παράνομη γυναῖκα, ἡ Ἡρωδιάδα. Ἐξ ἄλλου καί ὁ ἴδιος ὁ Ἡρώδης μέ εὐχαρίστηση
ἄκουγε γιά τά θαύματα καί τά προφητικά λόγια τοῦ Ἰωάννη, καί ἀνεγνώριζε ὅτι
ἦταν ἄνθρωπος δίκαιος καί ἅγιος.
Ἡ εὐκαιρία.
Ὅμως ἡ μία ἁμαρτία φέρνει τήν ἄλλη. Ἡ μοιχεία ἔφερε τήν
ἀκολασία. Καί ἡ ἀκολασία ἔφερε, κατά τήν ὥρα τῆς ἁμαρτωλῆς διασκέδασης, τόν
ὅρκο. Καί ὁ ὅρκος μέ τήν συμβουλή τῆς παράνομης γυναίκας, ἔφερε τόν ἄδικο θάνατο
τοῦ Προδρόμου. Ἡ εὐκαιρία στήν παρανομία ἔρχεται εὔκολα γιατί συνδυάζεται μέ
τήν μοχθηρία καί τήν πανουργία. Καί πότε δόθηκε ἡ εὐκαιρία; Ὅταν ὁ Ἡρώδης
γιόρταζε τά γενέθλια του. Καί κάλεσε στή γιορτή τῆς ἁμαρτίας, ὅλους τούς
ἄρχοντες καί τούς ἐξέχοντες τῆς κοινωνίας τοῦ κόσμου. Καί ἐκεῖ ἦλθε ἡ δεύτερη
ἀφορμή. Ὁ χορός τῆς κόρης τῆς Ἡρωδιάδος καί τοῦ Φιλίππου, τῆς ἀνηψιᾶς τοῦ
Ἡρώδη, τῆς Σαλώμης. Καί τότε ἐντυπωσιάσθηκε ὁ Ἡρώδης καί ὅλοι οἱ
παρευρισκόμενοι. Καί ἐκεῖ στόν ἐντυπωσιασμό τῆς ἁμαρτίας, ἦλθε ἡ παράλογη
ὑπόσχεση, μαζί μέ τήν δέσμευση τοῦ ὅρκου.
Ἡ ἀνώφελη λύπη.
Στό ἄκουσμα τοῦ αἰτήματος τῆς Σαλώμης, ὁ Ἡρώδης ἔγινε
περίλυπος. Ἀλλά ἡ λύπη αὐτή σέ τίποτε δέν τόν ὠφέλησε. Δέν ἦταν δυνατή γιά νά
τόν ἐλευθερώση ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας καί τῆς παρανομίας. Δέν κατώρθωσε νά
διακρίνη τό δίκαιο ἀπό τό ἄδικο, τό ἀγαθό καί ἀληθές, ἀπό τό ἁμαρτωλό καί
μυσαρό. Καί ἐκεῖ τήν ὥρα τῆς ἁμαρτωλῆς διασκεδάσεως καί τοῦ ἐντυπωσιασμοῦ ἀπό
τόν χορό, ἀποφασίζει καί διατάζει τήν ἀποκεφάλιση τοῦ δικαίου καί ἁγίου. Καί
ἐκεῖ στήν διασκέδαση τῶν γενεθλίων περιφέρεται ἐπί πινακίου ἡ αἱματοβαμένη
κεφαλή τοῦ ἐρημίτου. Πόσο παράλογο ἤ μᾶλλον ἄλογο κάνει τόν ἄνθρωπο ἡ ἁμαρτία.
Τί εἴδους διασκέδαση ἦταν αὐτή μέ τήν περιφορά τῆς νεκρᾶς κεφαλῆς τοῦ ἀσκητοῦ
τῆς ἐρήμου;
Ἡ φωνή τοῦ ἐλέγχου.
Δέν ἄκουσε ὁ Ἡρώδης τή φωνή τῆς ἀληθείας πού τοῦ ἔλεγε
ἀπό τήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου «Δέν ἐπιτρέπεται νά ἔχης τήν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ
σου». Δέν ἐπρόσεξε τήν φωνή τῆς συνειδήσεώς του πού τοῦ ἔφερνε τόν φόβο γιά τόν
Ἰωάννη. Δέν ἔδωσε σημασία στήν ἁγιότητα, τήν δικαιοσύνη καί τήν φωνή τῆς
ἀληθείας πού προερχόταν ἀπό ἕναν φωτισμένο ἀσκητή. Δέν κατάλαβε τήν λύπη τῆς
καρδιᾶς του γιά τό αἴτημα τῆς παράνομης γυναίκας του. Γι’ αὐτό καί ἦλθε ὁ
ἔλεγχος τῆς συνειδήσεως καί ὁ φόβος ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Ἰωάννης, ἐκεῖνον πού
ἀποκεφάλισε, ὅταν ἄκουσε γιά τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ.
Τό φωτεινό παράδειγμα.
Μέσα ἀπό ὅλη αὐτή τήν εὐαγγελική διήγηση γιά τήν ἀποκεφάλιση
τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἕνα μήνυμα ἰσχυρό καί καθαρό φθάνει στήν ἀκοή
καί τήν καρδιά κάθε ἀνθρώπου. Ἡ φωνή τῆς ἀληθείας δέν σβήνει ποτέ. Ὁ ἔλεγχος
τῆς παρανομίας δέν ἀποκεφαλίζεται, ὅσους καί ἄν ἀποκεφαλίσουν τά χέρια τῶν
ἰσχυρῶν τῆς ἡμέρας. Ἀντίθετα ἡ ἁμαρτία, ἡ παρανομία, ἡ ἀκολασία, ὅσο καί ἄν
φαίνωνται πρόσκαιρα ὅτι εἶναι ἔργα εὔκολα καί εὐχάριστα, ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο
στήν τέλεια ἐξαχρείωση καί τόν θάνατο, ὅπως ὁδήγησαν καί τόν Ἡρώδη στό οἰκτρό
τέλος του. Σέ τίποτε δέν τόν προφύλαξε ἡ ἀποκεφάλιση τοῦ Ἰωάννη, πού τόν
συμβούλευε ἡ παράνομη γυναίκα του ἡ Ἡρωδιάδα. Ὅπως σέ τίποτε δέν προφύλαξε ἀπό
τόν θάνατο καί τήν ἀπώλεια τῆς βασιλείας, τόν πατέρα του, τόν Μεγάλο Ἡρώδη, ἡ
σφαγή τῶν νηπίων. Ἀντίθετα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος μπορεῖ νά ἀποκεφαλίσθηκε
κατά τήν ἐπιθυμία τῆς παράνομης γυναίκας, ἀλλά ἡ ἁγιότητα καί ὁ λόγος του μένουν
καί τιμῶνται εἰς τούς αἰῶνες, ὡς φωτεινό παράδειγμα ἀληθείας καί δικαιοσύνης.
Ἐπ. Πατρῶν Εὐστάθιος.